Κυριακή 13 Απριλίου 2025

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ

 Ένα περίεργο όνειρο, χθεσινοβραδινό. Έπρεπε να πάω σε ένα νοσοκομείο. Δεν ξέρω γιατί. Ήταν στις παρυφές της πόλης. Για να πας περνούσες από παραλιακό δρόμο. Δεξιά η θάλασσα, αριστερά τα σπίτια. Στο βάθος ένα κατάλευκο νοσοκομείο. Μπαίνοντας μέσα βρέθηκα σε μια μεγάλη ελαφρά αμφιθεατρική αίθουσα, γεμάτη κόσμο. Παραξενεύτηκα. Κάθησα κάπου. Σε λίγο ήρθε μια κυρία δίπλα μου. Μια κυρία που μπορεί να μη φαινόταν το πρόσωπο, αλλά η όλη κατατομή , οι κινήσεις και η φωνή παρέπεμπαν σε μια παλιά γνωστή μου. Που όμως είχα να τη σκεφτώ και πολύ περισσότερο να τη δω για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Είχα ξεχάσει σχεδόν την ύπα0ρξη της. Μ έπιασε από το μπράτσο και με τράβηξε έξω από την αίθουσα. Περιμετρικά βγήκαμε, διότι ήταν ο σύζυγος και το παιδι της εκεί. Βρεθήκαμε σ ένα θάλαμο, νοσοκομείου υποτίθεται, ο οποίος όμως ήταν άδειος. Η κυρία μιλούσε χωρίς να διακρίνω τι έλεγε και πηγαινοερχόταν πάνω κάτω. Χαρακτηριστικές ήταν οι γάμπες της. Σφιχτοδεμένες, δυνατές. Πιο πολύ ανδρικές έμοιαζαν. Ξαφνικά κι ενώ προσπαθούσα να αντιληφθώ τι συμβαίνει ένιωσα ότι δεν είχα τηλέφωνο. Χάθηκε. Ψάχνοντας είδα ότι έλειπε και η πιστωτική κάρτα μου. Πριν προλάβω να διαμαρτυρηθώ, μπήκε στον χώρο ένας άντρας, άγνωστος για μένα,  που άρχισε να μιλά ακατάληπτα και έντονα  στη γυναίκα. Αυτή έκλαιγε. Μέσα στη φασαρία κατάφερα να ξεφύγω και βρέθηκα έξω σ ένα μακρόστενο δρόμο που κατέληγε στον κεντρικό δρόμο με τη θάλασσα. Ένα πλήθος παιδιών έπαιζε εκεί φωνάζοντας. Από το βάθος του νοσοκομείου όμως ακουγόντουσαν κλάματα παιδιών. Άρχισα να τρέχω θέλοντας να απομακρυνθώ όσο γρηγορότερα γινόταν. Συγχρόνως ξαναέψαχνα την κάρτα και το τηλέφωνο. Τίποτε. Διαπίστωσα όμως ότι τα χέρια μου ήταν λερωμένα, με χώμα και λάσπη. Αναρωτήθηκα από που και ήθελα να σταματήσω να τα πλένω στη θάλασσα.. Εκείνη τη στιγμή ξύπνησα και κατάλαβα ότι όλο αυτό ήταν ένα όνειρο. Καλό ή κακό; Πως να το ξέρω; 



Δεν υπάρχουν σχόλια: