Πέμπτη 28 Μαΐου 2020

Η ΒΡΟΧΗ ΚΑΙ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ


O καιρός μουντός παρά το πρόωρο καλοκαιράκι. Μαύρα τα σύννεφα, σκέπαζαν τον ουρανό. Θα έβρεχε ή όχι;  Περπατούσε βιαστικά να τελειώσει μερικές δουλειές. Ξάφνου άρχισαν οι σταγόνες, μεγάλες σταγόνες.  Ώσπου να τρέξει, η μπόρα ξέσπασε. Δεν φοβόταν τη βροχή, του άρεζε. Αλλά αυτό ήταν ξαφνικό. Δυνατή και άγρια βροχή. Σταμάτησε κάτω από ένα υπόστεγο και περίμενε. Απέναντι του η θάλασσα, σκοτεινή και ανταριασμένη. Κι εκεί απέναντι την είδε. Μια κοπέλα με ένα φόρεμα μόνο. Απλό, λιτό, βαθύ μπλε, χωρίς μανίκια.  Χωρίς ομπρέλα.  Περπατούσε κάτω από τη βροχή. Δεν έτρεχε. Περπατούσε σχετικά αργά, λες και έκανε βόλτα. Τον παραξένεψε. Την παρακολούθησε λίγο και μετά την ακολούθησε. Κάποια στιγμή την πλησίασε. Εκείνη κατάλαβε την παρουσία και γύρισε. Τον κοίταξε. Τι βλέμμα. Τι μάτια. Γαλάζια πρέπει να ήταν, αλλά τώρα στην καταιγίδα φαινόταν πιο σκούρα. Γκριζογάλανα. Τι βλέμμα!  Δεν μπόρεσε να καταλάβει. Λυπημένο; Πονεμένο; Απλά κουρασμένο; Κοιτάχθηκαν.
-Τι θέλετε κύριε; του είπε.  
Τι να ήθελε; Μήπως ήξερε κι αυτός; Μια τυχαία συνάντηση ήταν. Ένα τυχαίο βλέμμα ήταν. Όμως τον είχε καθηλώσει. Την έπιασε από το μπράτσο και της είπε να πάνε κάπου να καλυφθούν.
-Άφησε με σε παρακαλώ είπε. Θέλω να περπατήσω. Θέλω η βροχή να διώξει τη στενοχώρια μου. Και στο κάτω-κάτω που σε ξέρω.
Μιλούσε με μια περίεργη ιδιωματική φωνή. Αλήθεια που τον ήξερε;
-Σε ξέρω εγώ, της απάντησε και την τράβηξε προς τις στέγες, να καλυφθούν από τη βροχή.
Πως την ήξερε αυτός; Κι όμως, το βλέμμα έφτανε. Την έμαθε. Σαν να τη γνώριζε από  καιρό.
Η κοπέλα ψιλοέτρεμε. Στο μάγουλο κυλούσε μια σταγόνα ή ίσως ένα δάκρυ. Πιο κάτω ήταν μια καφετέρια. Την οδήγησε εκεί, για να ξεκουραστούν και να στεγνώσουν. Ένα ζεστό ρόφημα τους συνέφερε αρκετά. Η μικρή σαν να απελευθερώθηκε από κάτι και άρχισε να μιλά. Είπε πολλά, είπε τις στενοχώριες της, είπε τα όνειρα της, είπε τις ελπίδες της. Είπε ότι άλλα περίμενε και άλλα βρήκε. Όσο μιλούσε, εκείνος άκουγε προσεκτικά. Και όσο άκουγε τόσο καταλάβαινε ότι αυτό το κορίτσι είχε ένα βάθος στη σκέψη και στον χαρακτήρα, πολύ μεγαλύτερο από ότι έδειχνε η όλη της εμφάνιση. Είπε και αυτός διάφορα δικά του. Σε πολλά συμφωνούσαν σε άλλα όχι. Και τι περίεργο. Η αρχική κόντρα εξελίχθηκε σε μια φιλική συζήτηση. Και ακόμη πιο περίεργο. Τα λόγια της μικρής φαινόταν να τον αγγίζουν πολύ. Αυτόν, τον μεγαλύτερο και σπουδαγμένο. Κάτι παράξενο κυλούσε μέσα του.
Κάποια στιγμή η μικρή σηκώθηκε να φύγει.
-Άργησα, είπε.
Προσφέρθηκε να την πάει. Αρνήθηκε, αν και έμενε μακριά.
-Θέλω να περπατήσω. Να ξεθολώσει το μυαλό μου. Ευχαριστώ για όλα.
-Δεν θα μου δώσεις ένα τηλέφωνο; Θέλω οπωσδήποτε να ξαναβρεθούμε, είπε αυτός.
-Όχι απάντησε. Όχι τηλέφωνο. Γιατί να βρεθούμε; Ίσως ξαναβρεθούμε. Τυχαία. Όπως τυχαία βρεθήκαμε σήμερα. Καμιά φορά η μοίρα κάνει παιχνίδια. Που ξέρεις; Είπε κι έφυγε τρέχοντας και γελώντας χαρούμενα μ΄ ένα γάργαρο γέλιο.
Και αυτός απέμεινε άναυδος να κοιτάζει. Το βλέμμα που έφευγε. Το κορίτσι που χανόταν στην πλατεία.
Η βροχή είχε σταματήσει. Ένας αχνός ήλιος πρόβαλε από τα σύννεφα.  Πέρασε απέναντι στην παραλία να αγναντέψει τη θάλασσα. Κοίταξε στον ορίζοντα και σκέφτηκε: Μεγάλο πρόβλημα να συναντάς αυτό που έψαχνες, σε λάθος όμως χρόνο!    



Δευτέρα 25 Μαΐου 2020

ΣΙΩΠΗ...

Παρά την άρση των μέτρων, παρά την επανεκκίνηση της ζωής, έχω την αίσθηση ότι στην πόλη υποβόσκει η σιωπή. Ή έστω ένα είδος σιωπής. Ή μια συγκεκριμένη σιωπή. 

Όμως ο φίλος μου ο Γιάννης Χατζής έγραφε κάπου:


Όταν η σιωπή βαραίνει
Σ’ ακούω πιο καλά...


Και νομίζω είχε δίκιο.


 

Κυριακή 24 Μαΐου 2020

ΠΡΟΣΜΟΝΗ

Το ρολόϊ ήταν χρόνια στον τοίχο. Δούλευε ασταμάτητα. Όμως ποτέ δεν άκουγε τον ήχο του.
Σήμερα τι έπαθε; 
Όλη μέρα άκουγε, τους χτύπους. 
Τα δευτερόλεπτα αργά, ρυθμικά και βασανιστικά δήλωναν την παρουσία τους. Τικ-τακ, τικ-τακ. Τρυπούσαν τα αυτιά. Σαν τις σταγόνες της βροχής που πέφτουν στα μάγουλα και τα τρυπάνε κι αυτά.
Τα λεπτά κυλούσαν, οι ώρες περνούσαν, ο χρόνος κυλούσε αμείλικτος. 
Σιωπή στο δωμάτιο. 
Το κινητό μπροστά του. Το σταθερό παραδίπλα. Τίποτε. Όλα σιωπηλά. Μόνον το ρολόϊ ακουγόταν.
Άνοιξε τον υπολογιστή. Προσπάθησε να γράψει κάτι, χτυπώντας τα πλήκτρα δυνατά. Μήπως και σκεπάσουν τον ρυθμικό ήχο του ρολογιού. Τίποτε.
Άνοιξε ένα αρχείο, έβαλε μια φωτό στην οθόνη. Την κοίταξε. Την ξανακοίταξε. Έμεινε να την κοιτάζει, συνέχεια. Στο δωμάτιο σιωπή. Κι εκεί που κοίταζε ήρθε ξάφνου ο ύπνος... 
Ίσως ήταν μια λύση για να δραπετεύσει από την προσμονή...       


Πέμπτη 21 Μαΐου 2020

ΣΧΕΣΕΙΣ

Σχέσεις. Πάντα οι ίδιες. Πάθος, έρωτας, λόγια, όρκοι, υποσχέσεις. και κάποια στιγμή, ξαφνικά η σιωπή. Μηδέν. Όλα σαν να μην υπήρξαν.

Γιατί άραγε; Γιατί να μην υπάρχει μια συνεχής αγάπη, ένα συναίσθημα; Δεν λέμε να υπάρχει άγριος έρωτας για πάντα. Ίσως αυτό είναι ανέφικτο. Ίσως δεν είναι στη φύση του έρωτα. Αλλά αν ακολουθεί η σταθερή και συνεχής αγάπη τότε η σχέση δένει μόνιμα. Πόσο όμως συχνά συμβαίνει αυτό; Και γιατί άραγε να μην συμβαίνει;

 Κουβεντιάζοντας με μια νεαρά κυρία προέκυψε μια φράση της "δεν πρέπει ο άλλος να σε θεωρεί δεδομένο".  Αν το σκεφτεί κανείς θα δει πόσο σωστό είναι. Ποτέ δεν εκτιμάς κάτι που είναι απόλυτα δικό σου. Ίσως εκεί βρίσκεται το μυστικό. Μόνον αν το χάσεις το αντιλαμβάνεσαι. 

Γι αυτό η Σαπφώ έγραφε παλιά "μια αγάπη διαρκεί αν κάτι μέσα της παραμένει ανικανοποίητο".  Και επίσης εντύπωση για την αλήθεια του προκαλεί ένα γκράφιτι που είδα πρόσφατα "μη με ερωτεύεσαι θα σε βαρεθώ". 


Δευτέρα 11 Μαΐου 2020

KISS - ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Ο νεαρός  είχε μια πρόσφατη γνωριμία με μια επίσης νεαρά. Ξέρετε τώρα με την πανδημία τα πράγματα είναι λίγο δύσκολα. Υπάρχει κάποια επιφύλαξη γενικώς. Ωστόσο, νέα παιδιά ήταν, είπαν να φιληθούν λίγο. Και οι δυο διστακτικοί, πως να πετύχει το φιλί. Δεν μπορούσαν να γνωρίζουν και τις αντιδράσεις του άλλου. Η νεαρά όμως, ευθεία, κάθετη και σίγουρη  για τον εαυτό της (νεαρά γαρ) είπε του αγοριού: άκου να σου πω, δεν ξέρεις να φιλάς. Τι να κάνει αυτός, αντί να πει καμιά αντρική κουβέντα, μαζεύτηκε, ψέλλισε ένα "θα μου μάθεις εσύ" και σιγά-σιγά αποχώρησε. Και μετά άρχισε να ψάχνει το δίκτυο να μάθει την τεχνική.

Συνηθισμένη ιστορία θα πείτε. Ίσως ναι, ίσως όχι. Oι παράμετροι για να πετύχει ένα φιλί είναι αρκετοί. Όταν γνωρίζεις έναν άνθρωπο, αρχικά ανιχνεύεις, δεν ξέρεις τι θέλει, τι μπορεί να δεχθεί. Μπορεί να σου αρέσει ή να μην σου αρέσει. Άρα τα πρώτα βήματα ίσως είναι δοκιμαστικά θα έλεγα. Συνεπώς όχι παρεξηγήσιμα. Αυτό βέβαια αφορά άτομα για τα οποία ενδιαφέρεσαι για πιο μακροχρόνια σχέση και δεν θέλεις να ενοχληθούν με κάτι που πιθανόν δεν τους αρέσει.

Υπάρχουν περιπτώσεις όπου τα φιλιά αρχικώς είναι καθ΄εφαπτομένη θα έλεγα, αν υπάρχει τέτοιος όρος για το φιλί. Με την πρόοδο όμως της σχέσης τα φιλιά φθάνουν σε τέτοιο επίπεδο αίσθησης και έντασης και από τις δυο πλευρές, που μερικές φορές σε κάνουν να νιώθεις τελείως ολοκληρωμένος.  
Κάποιος θα έπρεπε να πει στη νεαρά ότι όταν ζητάς να παίρνεις πρέπει και να δίνεις. Και μάλιστα αν το πάρε-δώσε περικλείει και ψυχικά συναισθήματα τότε επιτυγχάνεται και μια απόλυτην ταύτιση κατά την όποια πράξη.

Παρασκευή 1 Μαΐου 2020

Πρωτομαγιά και καραντίνα


Μια δύσκολη, περίεργη Πρωτομαγιά εν μέσω καραντίνας και πανδημίας, 
που όμως τη ζωντάνεψε ένα τηλεφώνημα έστω και στη δύση της.