Κυλούσαν οι μέρες και οι νύχτες. Ειδικά οι νύχτες. Μέσα στη
σιωπή και στον πόνο. Να προσπαθείς να ισοζυγίσεις τη μοναξιά, τα κύματα φόβου,
τις ζοφερές σκέψεις και τις ριπές πόνου.
Γίνεται; Άραγε είναι μοναξιά ή μοναχικότητα; ‘Εννοιες όμως τελείως διάφορες. Η
μοναξιά είναι κατάσταση που σε οδηγεί σε θλίψη, σε κατάθλιψη. Μπορεί να είσαι
μόνος ακόμη και αν έχεις γύρω σου πολύ κόσμο. Ακόμη κι αν σε περιτριγυρίζουν
γνωστοί και φίλοι.
Αξίζουν όλοι;
Η μοναχικότητα είναι κάτι το διαφορετικό. Το επιλέγεις. Σου
δίνει δύναμη. Σε οδηγεί στη δημιουργία. Σε συνεπαίρνει μερικές φορές.
Καθόταν και σκεπτόταν. Ειδικά τα παγωμένα βράδια. Τις λευκές
εκείνες νύχτες που ο ύπνος δεν κατηφορίζει στα βλέφαρα. Η μοναξιά τη μέρα ίσως
μπορεί να απαλυνθεί. Τη νύχτα όμως δεν παλεύεται. Ανελέητη, σκληρή, τυραννική.
Οι σκέψεις κατρακυλούν, θέλουν να ξεφύγουν από το νου, να πλημμυρίσουν τον
χώρο. Είναι τόσο πολλές. Και ο χώρος τόσο μικρός. Η ζωή σου όλη, ξετυλίγεται
σιγά – σιγά. Τι ήσουν, τι ήθελες, τι κατάφερες, τι θα γίνει από δω και πέρα. Το
άλλο βράδυ τα ίδια. Οι ίδιες ή παραπλήσιες σκηνές. Οι δείκτες του ρολογιού
σέρνονται αργά. Δεν λέει να ξημερώσει. Να φανεί λίγο φως της αυγής. Μια ελπίδα.
Περιμένεις κάποιο τηλέφωνο, ένα μήνυμα. Μα ποιος μπορεί να ασχοληθεί με αυτά
τέτοιες ώρες; Ποιος μπορεί να σκεφτεί έναν άλλον όταν προσπαθεί ο ίδιος να
καλύψει μέσα στο σκοτάδι της νύχτας τις δικές του ανησυχίες, να αγκαλιάσει λίγο
τον ύπνο, καλύπτοντας έτσι τις όποιες αλλότριες και πιθανόν κρυφές ή φανερές
αγκαλιές της μέρας; Και αξίζουν άραγε
τέτοιες έννοιες και μηνύματα;
Γι αυτό ίσως νιώθει κανείς μόνος. Ειδικά όταν φτάνει στο
σημείο να καταλάβει πόσο και που σπατάλησε τη ζωή του. Σε ανούσιες παρέες. Σε
διασκεδάσεις χωρίς ουσία. Όσο θυμόταν τα ταξίδια ! Ναι αξίζουν. Το θέμα είναι
ποια και με ποιους. Θυμόταν. Τόσες παρέες. Τόσος χρόνος χαμένος. Άνθρωποι
κενοί, γυναίκες κούφιες. Στολισμένες για έξοδο. Φτιασιδωμένες για να καλύψουν
κάθε τυχόν ελάττωμα. Όλες υποτίθεται ερωτευμένες. Όμως με τη διασκέδαση και την
καλοπέραση. Ακόμη και οι δήθεν σοβαρές κολυμπούσαν στην ανυπαρξία ιδεών και
απόψεων. Επιφάνεια. Εγώ, το μότο τους. Υποκρισία και μόνον. Το αστείο; Όσο πιο
ηθική φαινόταν μια γυναίκα τόσο πιο βαθιά κολυμπούσε στα νερά της ανηθικότητας.
Σκεπτόταν ότι αν έγραφε ένα βιβλίο με το θέμα αυτό και με
παραδείγματα-μαρτυρίες θα ήταν πρώτο σε πωλήσεις. Οι ευηπόληπτες κυρίες της
καλής και μη κοινωνίας.
Στήλωσε το βλέμμα στο ρολόϊ. Σε λίγο θα χάραζε. Άλλη μια
νύχτα τελείωνε. Άκουσε κάτι ήχους από το μπαλκόνι. Είχε αρχίσει να βρέχει. Το
φθινόπωρο ήταν εδώ και ο χειμώνας καραδοκούσε. Έκλεισε το φως. Ίσως μπορούσε
για λίγο να κοιμηθεί.