Χειμωνιάτικος καιρός. Συννεφιά, βροχή, κρύο. Όμως, είπαμε, κάθε εποχή έχει τις χάρες της.
Καλό ντύσιμο, ίσως ένα καπέλλο, το κασκόλ απαραίτητο και έτοιμος για βόλτα στην παραλία. Αυτή η μουντή ατμόσφαιρα σε πολλούς δεν εμπνέει. Ωστόσο, είναι ίσως πιο καλή για βόλτα από ότι να έχει ήλιο και ζέστη.
Παραλία άδεια. Ελάχιστοι περιπατητές, ευκαιρία για "άθληση" και (περι)συλλογή. Στις σκιές του ουρανού πιο εύκολα συγκεντρώνονται οι σκιές της μνήμης. Περπατάς αργά, ο αγέρας τσιμπά τα μάγουλα, σε ξανανιώνει, σε ζωντανεύει.
Οι σκέψεις φουντώνουν σιγά σιγά, το μυαλό θυμάται. Φέρνει εμπρός τα καλά, απωθεί τα όποια δυσάρεστα. Κι όταν η κούραση ειδοποιήσει, τότε υπάρχει και το παγκάκι. Πάντα άδεια τέτοια εποχή τα παγκάκια. Και πραγματικά είναι πολύ όμορφο να κοιτάς τη σκουρόχρωμη θάλασσα, ανταριασμένη καμιά φορά, Πάντα καλά ντυμένος, επαναλαμβάνω.
Μια τέτοια φορά συνάντησα κάποτε δύο κινούμενα μάτια. Μόνο μάτια. Όλο το υπόλοιπο ήταν καλυμμένο. Μπότες, παντελόνι, παλτό , σκουφί, κασκόλ τυλιγμένο στο λαιμό και στο πρόσωπο. Το μόνο που φαινόταν ήταν δύο μάτια. Χρώμα; Απροσδιόριστο. Ο καιρός γαρ. Αστραποβόλα; Ναι. Δύο μάτια. Τα δύο βλέμματα διασταυρώθηκαν, στιγμιαία. Και μετά χάθηκαν. Το αποτέλεσμα; Χρειάζεται άραγε; Υπήρξε αποτέλεσμα; Φυσικά όχι, εμφανώς. Το ότι όμως μετά τόσες δεκαετίες θυμάμαι εκείνο το βλέμμα, δεν είναι ένα κάποιο αποτέλεσμα;