Περπατούσε
στα στενοσόκακκα του συνοικισμού. Δρόμοι, άλλοι καλοστρωμένοι, άλλοι
κακοτράχαλοι, χώματα, νερά που έτρεχαν από δω κι από κει. Σπιτάκια χαμηλά
με την αυλίτσα τους. Η φτώχεια ήταν φανερή. Τι να κάνεις όμως; Εργατικές
κατοικίες. Αυτό δεν σημαίνει ότι και οι κάτοικοι ήταν στο επίπεδο της
οικονομίας. Αν και ποτέ δεν ξέρεις. Οι γυναίκες στις αυλές τάιζαν τα
παιδιά, κουτσομπόλευαν και περνούσε η ώρα, μάλλον ευχάριστα. Τυπική
εικόνα ενός μικρού χωριού στις παρυφές της μεγάλης πόλης.
Τριγύρισε
αρκετά. Δεν είχε κάποιο ενδιαφέρον η περιοχή. Προχώρησε προς τα κάτω. Εκεί που
προφανώς πρέπει να ήταν το κέντρο του οικισμού. Όντως έτσι ήταν. Άλλαζαν κάπως
τα πράγματα εδώ. Φώτα, μαγαζιά, καφετέριες. Φτηνιάρικα βέβαια. Όμως τα
κοράσια σημαιοστολισμένα, άλλα με εξόμφαλα μίνι, άλλα σαν λατέρνες με φο μπιζού, άλλα με τα τσιγάρα στα χέρια. Νεαρές και βάλε υπάρξεις που δήλωναν το ποιόν και
την καταγωγή τους προσπαθώντας να εντυπωσιάσουν με τα υπαρκτά ή μη κάλλη τους
και τις όχι και τόσο καλόγουστες πολύχρωμες φορεσιές. Χαρακτηριστική ήταν η
κατατομή των περισσότερων. Ευρυκάπουλες, ελαφρώς ραιβά πόδια. Προφανής ποντιακή κατατομή. Όμως αυτές με τα μη σωστά πόδια το μίνι τι το ήθελαν; Και
αυτές με τα κάπως περιττά κιλά σε κατάλληλες θέσεις, γιατί φορούσαν τόσο στενά
ρούχα; Πόσο πρόκληση πια;
Κάθησε σε
μια καφετέρια της περιοχής. Παρήγγειλε ένα μη αλκοολούχο ποτό (ο σερβιτόρος
είναι αλήθεια τον κοίταξε λίγο περίεργα - μη αλκοολούχο ποτό στο μαγαζί του;).
Πολύς νεαρόκοσμος, λιγότεροι οι μεγαλύτερης ηλικίας, θολή ατμόσφαιρα από τους
καπνούς, μουσική μάλλον ενοχλητική, τελείως αντικειμενικά. Άρχισε να παρατηρεί
γύρω του.
Σ ένα
τραπεζάκι, μια κάπως μεγαλύτερη από τη λοιπή πιτσιρικαρία κυρία, ήταν με έναν
επίσης κάπως μεγαλούτσικο κύριο και κάπνιζε ναργιλέ! Με πάθος κι ένα
βλέμμα λάγνο. Και καλά αυτό. Ήθελε και κάπνιζε. Το χέρι της όμως ήταν
αεικίνητο. Όλο και ψαχούλευε (χούφτωνε μάλλον) τον κύριο. Όχι αυτός αυτήν, όπως
συνήθως βλέπουμε σε τέτοιες περιπτώσεις. Αυτή ήταν η δράστις. Ναι, μέσα στην
καφετέρια. Τι να τη νοιάζει; Η ατμόσφαιρα ήταν ανάλογη. Ο ναργιλές μάλλον την
είχε αποχαυνώσει την κυρία. Ποιος να ξέρει τι ασίγαστο πάθος να είχε εκείνη την
ώρα. Γι' αυτό που και που έσκυβε επάνω στον κύριο. Δήθεν ήθελε να του πει κάτι
αλλά στην πράξη φαινόταν ότι ήθελε να του φάει όλο το αυτί. Βέβαια μάλλον ήθελε
να του φάει κάτι άλλο πολύ πιο χαμηλά αλλά δεν τολμούσε, παρά την αποχαύνωση
της.
Αφού ήπιε το
ποτό του (είπαμε μη αλκοολούχο), άφησε ένα γενναίο μπουρμπουάρ στο σερβιτόρο
και απεχώρησε από το κακόφημο, κατά την άποψη του μαγαζί. Εξάλλου θα επέστρεφε την
άλλη μέρα για να συνεχίσει τη φωτογράφιση, που ήταν και ο κύριος σκοπός της
επίσκεψης του στο δυτικό αυτό προάστιο. Θα πήγαινε επίσης, σε μια εκδήλωση της
εκκλησίας όπως είχε διαβάσει σε ανακοίνωση. Θα μπορούσε έτσι να δει και την
άλλη πλευρά των κατοίκων εκεί.
Την άλλη
μέρα ξεκίνησε πρωί-πρωί για το προάστιο. Η εκκλησία ήταν μεγάλη, επιβλητική θα έλεγε
για την περιοχή και τα κτίρια που την έπνιγαν. Η λειτουργία ήταν
κατανυκτική, ο κόσμος ευλαβικά παρακολουθούσε, υπήρχε μια ηρεμία. Ο απλός
κόσμος πάντα είναι πιο ταπεινός και πιο προσηλωμένος στη λειτουργία. Ειδικά ο
ποντιακής καταγωγής.
Τελειώνοντας
η λειτουργία άρχισε ο κόσμος να βγαίνει προς την έξοδο. Και ξαφνικά την είδε.
Είδε μια κυρία σεμνοτυφούσα με ένα τσούρμο παιδιά γύρω της και τον σύζυγο να τη
συνοδεύει. Του θύμισε αμέσως κάτι. Ναι ήταν η χθεσινή λάγνα κυρία της καφετέριας με το ναργιλέ και τον κύριο που χαϊδολογούσε. Που όμως δεν ήταν ο σημερινός κύριος που τη συνόδευε. Πόση
διαφορά σε όλα, στο ντύσιμο, στη συμπεριφορά, στην κίνηση. Η σοβαρή και σεμνή
πολύτεκνη κυρία με τα ιδιάζοντα καπνιστικά κλπ γούστα. Τι σου είναι ο κόσμος,
τι μπορεί να δεις ξαφνικά. Τι κρύβει ο καθένας μέσα του. Και πόσο μπορεί να το
καλύπτει ή όχι;
Η πολύτεκνη
θρησκευόμενη - κυρία την ημέρα. Η νοικοκυρά του σπιτιού που φρόντιζε τόσο κόσμο.
Και το βράδυ - η λάγνα παθιασμένη γυναίκα που δεν φοβόταν να βγει δημοσίως με τον
κίνδυνο να εκθέσει το πάθος της. Δεν είναι εύκολο να κρυφτείς όσο και αν
αλλάξεις εμφάνιση. Τι πόλεμος παιζόταν άραγε στην ψυχή της γυναίκας αυτής; Τι
να κρύψει από φόβο και τι να δείξει από χαρά; Και πόσο ισορροπία να είχε το άτομο αυτό;
Είναι δυνατόν όμως να μην καταλαβαίνει ότι ο εσωτερικός αυτός πόλεμος θα
αντανακλούσε και στην όλη οικογενειακή κατάσταση; Τα πάθη μου τα λάθη μου. Και φαίνεται τα πάθη ήταν μεγάλα για να την οδηγούν σε τέτοια λάθη.
Το τελικό
στην τυχαία αυτή συνάντηση και διαπίστωση καταστάσεων ήταν όταν πρόσεξε τον
σύζυγο. Του φάνηκε γνωστή φυσιογνωμία. Σίγουρα κάπου τον ήξερε. Θα προσπαθούσε
να τον θυμηθεί. Ο σύζυγος που ήταν το τελικό θύμα μιας παθολογικής συνύπαρξης.
Οι γυναίκες δεν παθαίνουν τίποτε. Δεν τις αγγίζουν τέτοια πράγματα. Τη δουλειά τους
να κάνουν μόνον. Εκείνοι που τελικά υποφέρουν είναι οι άντρες, που δουλεύουν, τρέχουν,
κοπιάζουν αλλά αγνοούν τι παίζεται πίσω από την πλάτη τους. Το αιώνιο παιχνίδι του ισχυρού και αδύναμου φύλου. Ποιος είναι ο ισχυρός; Η ζωή το δείχνει.
Έσκυψε το
κεφάλι και έφυγε γρήγορα από τον χώρο. Θα επέστρεφε στη βάση του. Δεν είχε όρεξη
πια να φωτογραφήσει. Τι να απεικονίσει; Την υποκρισία των ανθρώπων αυτών; Τις γυναίκες που δεν σέβονται ούτε τα παιδιά τους; Και ήταν τόσα πολλά. Που οδηγεί το πάθος!